Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2022

ΤΙ ΨΑΡΙΑ ΕΤΡΩΓΑΝ ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ

Ενα σημαντικό έδεσμα που κοσμούσε τα τραπέζια των συμποσίων,των επίσημων δείπνων αλλά και των ταπεινών καθημερινών γευμάτων ήταν τα ψάρια.                                                Τόσο σημαντικό ρόλο έπαιζαν που γράφτηκαν αρκετά συγγράμματα για τον τρόπο αλίευσης,αλλά και για τις συνήθειες  των ψαριών,τον τρόπο παρασκευής τους,τις θεραπευτικές τους ιδιότητες,όπως και την λατρευτική τους σχέση με τις χθόνιες θεότητες. Εδώ να σημειώσουμε ότι οι Πυθαγόρειοι για θρησκευτικούς λόγους απείχαν από την κατανάλωση ψαριών.

    Βέβαια το κάθε ψάρι,ανάλογα με την νοστιμιά του και ίσως και την δυσκολία του ψαρέματος,είχε και την ανάλογη τιμή,πράγμα που σήμαινε ότι τα μεγάλα και τα νόστιμα ψάρια τα γευόταν η ανώτερη τάξη,ενώ η κατώτερη αρκούνταν στα φθηνότερα.                                                                                                 Η προμήθεια τους γινόταν από την αγορά ,αλλά και από πλανόδιους πωλητές.Ο τρόπος ψαρέματος ήταν σχεδόν ίδιος με το σήμερα. Συχνά οι ποσότητες από τις κοντινές θάλασσες δεν επαρκούσαν για να καλύψουν τις ανάγκες,οπότε έκαναν εισαγωγές από το Ελλήσποντο και την Μαύρη Θάλασσα.

  O Αριστοτέλης τα είχε χωρίσει σε δύο μεγάλες κατηγορίες, στα έναιμα που ανήκαν όσα είχαν αίμα και στα άναιμα που ανήκαν τα μαλάκια και τα οστρακόδερμα.Πάντως σε μία εποχή που οι θάλασσες,τα ποτάμια και οι λίμνες δεν είχαν νοιώσει αυτό που σήμερα αποκαλούμε μόλυνση η ποικιλία και η ποιότητα των ψαριών ήταν σε υψηλό επίπεδο.

     Ο τρόπος που τα μαγείρευαν προσομοιάζει σε πολλά με την σημερινή κουζίνα,όπως και πολλά είδη ψαριών τα συναντάμε και σήμερα.Τα έφτιαχναν βραστά,ψητά σε σχάρες η κάρβουνα,με καρυκεύματα,τηγανιτά και παστά.                                                                                                                                               Μια μεγάλη ομάδα ψαριών ήταν τα σελάχια,με λαμπερό δέρμα,όπου καταγράφεται η άποψη ότι ονομαζόταν
έτσι γιατί λάμπανε σαν το σέλας και οι βατίδες πλατιά ψάρια χωρίς πτερύγια. Μερικά ψάρια αυτής της ομάδας ήταν οι γαλεοί,οι ρίνες(αγγελόψαρα)και οι κύνες. Δύσκολα ψάρια γιατί έπρεπε να γδαρθούν για να φαγωθούν.¨Όμως ήταν νόστιμα όπως εξάλλου και η νάρκη πολύ ακριβό ψάρι το οποίο όταν το έπιανες ένιωθες ένα μούδιασμα εξ ου και το όνομα της                                                                                                                                        Μια άλλη ομάδα ήταν τα ακανθοφόρα με άγνωστα σήμερα ονόματα όπως αιολίας,αλφήστης,αμία(γουφάρι) που προτιμιόταν τους φθινοπωρινούς μήνες,ο ανθίας ένα σαρκοφάγο και λαίμαργο ψάρι,αλλά και πολύ νόστιμο γι αυτό το προτιμούσε η εύπορη τάξη.Υπήρχαν και οι ανθρακίδες,λεπτά ψάρια που τα έψηναν στα κάρβουνα.Άλλη περίπτωση ήταν η βελόνη που σήμερα την ξέρουμε σαν ζαργάνα.Ο βόας η ταπεινή γόπα γινόταν τηγανιτή αν και λίγο βαριά για το στομάχι.Σημαντική θέση στο τραπέζι είχαν οι αφίαι η ταπεινή σαρδέλα που συνδύαζε την φθηνή τιμή με την νοστιμιά. Ποιος θα αρνιόταν μερικές τηγανιτές σαρδέλες.Αξίζει να αναφέρουμε τις τρυγώνες οι οποίες στην ουρά είχαν ένα ''κεντρί '' που όταν χτύπαγε τους ψαράδες τους προκαλούσε βαθειά τραύματα.

      Ο γλαύκος ήταν ένα ψάρι μόνο για εύπορους.Τον έβραζαν σε ζωμό από νερό,λάδι και χορταρικά,αφού έβραζε τον περιέλουζαν με λάδι και τον βουτούσαν σε ζεστή άλμη(υποθέτω κάποιο είδος σαλαμούρας).Εξίσου αγαπητό ψάρι αλλά και ακριβό ήταν ο γόγγρος (μουγγρί),μεγάλο και παχύ ψάρι που το έκοβαν σε κομμάτια λόγω μεγέθους.Το λέγανε και ''χέλι της θάλασσας'' και επειδή είχε λίπος απέφευγαν να το ψήνουν,το προτιμούσαν βραστό με χορταρικά.Γνωστό ψάρι ήταν η δρακαινίς η σημερινή δράκαινα. Ένα από τα ψάρια που έκλεβε την παράσταση ήταν ο ερυθρίνος (λιθρίνι) που θεωρούνταν κατάλληλο προς ηδονή και επιπλέον αφροδισιακό.Ο κέφαλος ψαρευόταν σε καθαρά αλλα και βορβορώδη νερά πράγμα που επηρέαζε την ποιότητά του.Οι εψητοί ήταν μικρά ευτελή ψάρια για φτωχούς που τα έκαναν βραστά Ο κίθαρος ήταν πλατύ ψάρι που συναντάται σε αμμώδεις ακτές και παρ όλο που υπάρχει διχογνωμία για την ποιότητα του από κάποιους προτείνεται για άτομα που βρίσκονται σε ανάρρωση.Να αναφέρουμε την κίχλη που ήταν πετρόψαρο και προτείνοταν σε συγκεκριμένους μήνες για βρώση.

     Ενα άλλο πετρόψαρο ήταν και ο κωβιός γνωστότερος σήμερα ως κοκωβιός.Υπήρχε και η εκδοχή του γλυκού νερού που όμως ήταν πιο άνοστος από τον θαλάσσιο.Κορυφαίο ψάρι ήταν ο λάβραξ,το λαβράκι με απρόσιτη τιμή για τα λαϊκά στρώματα.Προτιμούσαν το κεφάλι του και τον έβραζαν με λαχανικά και ύστερα τον βουτούσαν σε άλμη.Το θαλάσσιο λαβράκι το προτιμούσαν μικρο γιατί όταν μεγάλωνε σκλήραινε. Νόστιμο ήταν το ποταμίσιο σε παγωμένα νερά ενώ των λιμνών ήταν άνοστο.Οι μελανούροι (τα μελανούρια) έμοιαζαν με τον σαργό αλλά ήταν λιγότερο νόστιμα.Αναφέρονται ακόμα ο μόρμυρος κοινώς μουρμούρα,ο ξιφίας χωρίς ιδιαίτερες πληροφορίες.Ακόμα αναφέρεται ο όνος κοινώς γαιδουρόψαρο.

     Σημαντικό ψάρι που αξίζει να αναφερθεί είναι ο σαργός.Ένα ψάρι που ήθελε πολύ κόπο και τεχνάσματα για να ψαρευτεί,που όμως η παχιά του νόστιμη σάρκα αποζημίωνε κάθε εύπορο καλοφαγά.Γινόταν ψητός και τον πασπάλιζαν με ψιλό αλάτι και τον περιέλουσαν με λάδι.Ο σαύρος (σαυρίδι) δεν ήταν από τα νόστιμα ψάρια γι αυτό του πρόσθεταν διάφορα καρυκεύματα για να το νοστιμέψουν.Ο σκάρος ήταν πετρόψαρο πολύ αγαπητό προτιμιόταν τους χειμωνιάτικους μήνες και τον έτρωγαν με τα εντόσθια αφού αφαιρούσαν την χολή.Ο σκορπιός ακανθοφόρο ψάρι που διακρινόταν σε πελαγίσιο και πετραίο αλλα και σε κόκκινο και μαύρο έκανε υπέροχη σούπα ειδικά ο μαύρος.

   Η σμαρίς(μαρίδα)πασίγνωστη τρώγεται τον χειμώνα που είναι πιο νόστιμη,ενώ το καλοκαίρι πικρίζει.Συναφές ψάρι ήταν τριχίδα(σαρδέλα) που ήταν άφθονη και φτηνή την έκαναν ψητή με σαλαμούρα.Στα μικρά νόστιμα ψάρια βάζουμε και την αθερίνη.Τον σπάρο τον εκτιμούσαν πολύ.Τον άρτυζαν με λάδι και τυρί και τον έψηναν σε θερμό κλίβανο.Ο φάγγρος (φαγγρί) γευστικό ψάρι που διακρίνεται σε πελαγίσιο και ποταμίσιο με τον πρώτο να υπερτερεί σε νοστιμιά.Τον τρώγανε κυρίως την άνοιξη με λίγα καρυκεύματα.Αλλα ψάρια που αναφέρονται είναι η χάννα η ποικιλόγραμμη κοινώς χάνος,η χελιδών (χελιδονόψαρο)και ο χρυσοφρύς(χρυσόψαρο) ονομαστό ακριβό και γλυκόσαρκο ψάρι που είχε θέση στα τραπέζια των συμποσίων.


        Οσα ψάρια βρίσκονταν σε ποτάμια και λίμνες,σε εκβολές και ελώδη εδάφη σαφώς υστερούσαν σε νοστιμιά από τα πελαγίσια εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων.                                            Αυτό που σίγουρα ξεχώριζε ήταν ο εγχελις (χέλι) πολύ ξεχωριστό έδεσμα που γινόταν ψητά.Η μύραινα(σμέρνα) επίσης είχε νόστιμο κρέας.Μια σειρά ψαριών γινόταν παστά,αρκετά από αυτά γινόταν εισαγωγή και τρωγόταν κυρίως τους χειμωνιάτικους μήνες.                                                                          Στα τραπέζια θέση είχαν και τα διάφορα όστρακα αλλά αυτά που ξεχώριζαν ήταν τα οστρακόδερμα όπως οι καρίδες(γαρίδες),οι κάραβοι (καραβίδες),οι αστακοί και οι καρκίνοι(καβούρια)            Τα μαλάκια επίσης είχαν την τιμητική τους,τα οποία απέφευγαν να τα κάνουν ψητά.Ξεχώριζαν ο πολύπους(χταπόδι),η σηπία (σουπιά),οι τευθίδες (καλαμάρια)

Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 2022

Ο ΓΑΜΟΣ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ

 Βρισκόμαστε στα 1874.Ο Σταμάτης Κυριάκης ο γιός του Στεφανή εδώ και μερικά χρόνια έχει αναλάβει το γκουβέρνο της οικογένειας.Ο συχωρεμένος ο πατέρας του,τους άφησε χρόνους εδώ και καιρό. Υστερα απο λίγα χρόνια τον ακλούθησε και η μάνα του η Στάθω κόρη του Γιαλοψού.

   Eτσι όλη η έγγνεια και το ιντερέσο έπεσε στις πλάτες του Σταμάτη.Ο συχωρεμένος του άφηκε και δύο αδερφές ανύπαντρες,μεγαλύτερες σε ηλικία από κείνον,και τόχε μεγάλο βάρος.Δεν ήταν και καμία οικογένεια με πολλά εισοδήματα και αυτό δυσκόλευε κάπως τα πράγματα.

   Με τα πολλά κατάφερε και πάντρεψε την μεγαλύτερη τη Βαρβάρα. Όχι ότι είχανε μεγάλη διαφορά με τη Μαρία,δύο χρόνια όλα και όλα τις χωρίζανε. Έδωκε ο θεός και στραβώθηκε ο γαμπρός,όχι δηλαδή πως η νύφη ήτανε άτυχη από ομορφιά,αλλά όπως και να το κάνεις ο γαμπρός είχε καλλίτερο πρόσωπο στην κοινωνία.Επήρε που λέτε η Βαρβάρα το Θωμά από την οικογένεια του Μπέκα που ήτανε δεύτερη βολά παντρεμένος αλλά είχε χτήματα περσά. Η Βαρβάρα έκανε όλο θυγατέρες που στο τέλος της ζήσανε μόνο δύο.Ελλείψει αρσενικών ήτανε κλερονόμες. Αυτές ήτανε η Μαρία(Μαρούλω) και η Χρυσάνθη(μάνα του Χαρίλαου)

     Ας γυρίσουμε όμως στον Σταμάτη που του είχε μείνει η εγγνοια της Μαρίας. Η Μαρία κόντευε τα 28 και έπρεπε να βρεθεί τρόπος να αποκατασταθεί.Δεν τόχε σε τίποτα το χωριό να την πιάκει στο στόμα του.Τον έπιανε τρέμουλο στην σκέψη ότι θα μπορούσε να καταλήξει σαν την Τριανταφυλιά του Νικολέτου που αφού την είχανε μολέψει καμπόσοι στο τέλος δεν την πήρε κανένας.Προσπαθούσε ο άχαρος να της πάρει καμιά κουβέντα μπας και καταλάβει ποιος της αρέσει και το βράδυ στον καφενέ στύλωνε τ'αυτιά του μήπως και ακούσει το ενδιαφέρον κανενός για την Μαρία.

      Έτσι περνούσε ο καιρός και το καλό μαντάτο δεν έμπαινε στο περιαύλο του.Ένα βράδυ στον καφενέ έλαχε να κάτσει μαζί με τον Στάθη το Βασιλάκη το γιο του Παναγιώτη.Πίνανε ένα μπρούσκο,που ο θεός να το κάμει κρασί,σκέτος ''ξυνίτας'' ήτανε.Πάνω στην κουβέντα για τα κρασιά ο Στάθης τούπε πως έχει ένα κρασί διαμάντι και πως θα τούφερνε την επομένη ένα μποτιλιόνι στο σπίτι να το δοκιμάσει.Πράγματι την άλλη μέρα ο Στάθης φάνηκε μπονφεστίδος, με το μποτιλιόνι διαμάσχαλα και μετά τα ευχαριστώ είπανε να το τιμήσουνε.Ο Σταμάτης αισθανότανε άσχημα που δεν είχε κάτι να ανταποδώσει και το είπε με κάποια συστολή στον Στάθη που χαμογέλασε και του είπε ''Δεν μου δίνεις την Μαρία''.Κόντεψε να πέσει από το σκάνιο ο Σταμάτης.Δεν ήθελε πολύ,μόλις συνηλθε λίγο, συμφώνησε αμέσως.Λίγο-πολύ το ίδιο έπαθε και η Μαρία,της έπεσε η κάνιστρα με τα ασπρόρουχα,που κρατούσε μόλις έμαθε τα νέα.Δώσανε τα χέρια και συμφωνήσανε την επομένη να βρεθούν στο σπίτι του γαμπρού για τις λεπτομέρειες.

      Οι λεπτομέρειες τελικά δεν ήταν τόσο λεπτομέρειες αφού ο Στάθης ζήτησε προίκα που ξεπερνούσε τις δυνατότητες του Σταμάτη.Ξέχασα να αναφέρω ότι ο Στάθης ήταν αμαξηλάτης και ήθελε να πάρει μεγαλύτερο αμάξι και αφού ο Σταμάτης δεν είχε τάλαρα να του δώκει βολευότανε και με μερικά χτήματα.Επιπλέον ήθελε όσα θα συμφωνούσανε να πηγαινανε να κάμουνε αρεσκειά στον νοδάρο το Βασιλάκη.Στραβομουτσούνιασε ο Σταμάτης γιατί ο γαμπρός τον περνούσε ''τέλεια για μπαιγνιο''αλλά είχε χάρη που είχε δώκει λόγο και δεν μπορούσε να τον πάρει πίσω γιατί θα γενότουνε ρεντίκολο σε όλο το χωριό από τα πολλά κομμέντα.Εντάξει μομπίλια δεν είχε να του δώκει αλλά τα φουρλαμέντα τα είχε.Έκαμε κόντο λοιπόν και αποφάσισε.

       Τελικά ο νοδάρος κατέγραψε

   1 στρώμα πηχών 16 με τα προσκέφαλά του γιομισμένα με μαλλί δεκαριών δέκα                                                                                 2 σινδόνια ωσαύτως αγοραστά                                                            1 ιματιοθήκη-κασέλα καρίτζινη                                                           1 μπακαλέτο επιδιορθωμένο                                                                5 υποκάμισα αγοραστά                                                                         5 μπόλιες                                                                                                    4 φασκιές μπουχανιές                                                                               4 τζιπούνια κοντομάνικα                                                                        1 καμιζιόλα εξ εριούχου                                                                         4 σάρτζες                                                                                                  1 ροκέτο μουσελένιο                                                                                3 μέριζες(2 μπαμπακένιες 1 λινή)                                                           4 ζεύγη περιποδίων/σκαρτσούνια                                                          4 μπράτζα ντεμέλες επιδιορθομένες

   Ακόμα 9 ριζάρια ελιές στα Μαριολάτικα                                           Ένα χωράφι ποτιστικό σε δύο σκάλες  στο ίδιο μέρος                     Ελιές ριζάρια 21 στην Κοκκυκιά με υποτέλεια 1/4 στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου στα Νερούλια και τόπο λογγώδη στην ίδια περιοχή

      Τελικά ο Στάθης αποδείχτηκε καλός οικογενειάρχης αν και λίγο παραδόπιστος.Επειδή στην ζωή όλα είναι δανεικά απόκτησε τουλάχιστον τρεις θυγατέρες για να έχει και αυτός το γουργούρι του Σταμάτη. Την Κατερίνα,την Κωνσταντίνα και την Ελισάβετ.Πάντως τις πάντρεψε όλες με Βαλανίτες!!

Σάββατο 1 Ιανουαρίου 2022

ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ




 Σήμερα ο ερχομός της Πρωτοχρονιάς συνοδεύεται  συνήθως από μιαν έξοδο σε ένα  εστιατόριο και για τους νεώτερους σε κάποιο ''ορθάδικο'' δίπλα σε πολλούς αλλά άγνωστους ανθρώπους.Αν επιχειρήσουμε να γυρίσουμε το ρολόι του χρόνου πίσω,τα πράγματα ήταν αρκετά διαφορετικά.Μπορεί στο παλάτι του βάιλου να μαζευότανε τα μέλη της διοίκησης για να καλωσορίσουν τον νέο χρόνο,η σε κάποιο αρχοντικό  τση χώρας τα μέλη του κονσέγιου πλαισιωμένα από αβοκάτους,ντοτόρους και νοδάρους,αλλά η πραγματική προσέγγιση της πρωτοχρονιάς γινόταν στα χωριά.

     Εκεί οι άνθρωποι όντας δεμένοι με την γη τους-όσοι είχαν- όλες οι δραστηριότητες των γιορτών ήταν συνυφασμένες με αυτήν.Μπορεί να πίστευαν απλοϊκά στο Χριστό,αλλά παράλληλα υπήρχαν οι αναράιδες,τα τελώνια,οι καλλικάτζαροι και ένα σωρό άλλες δοξασίες κατάλοιπα παγανιστικά που συνυπήρχαν μέσ'το μυαλό τους.Δεν είναι τυχαίο ότι τις μέρες των ''γιορτόνε'' πρόσφεραν άσπαστα καρύδια ,αμύγδαλα,κουκουνάρια και λεπτοκάρυα

      Αν υπήρχε καμιά παχιά κότα προοριζόταν για το παραδοσιακό αυγολέμονο. Ο κόκκορος συνήθως πήγαινε ρεγάλο στον άρχοντα,μαζί με καρπούς της γης,να τον έχει ο θεός καλά να τους διαφεντεύει.Η πιτσιρικαρία από το χάραμα ακόμα ξεχυνόταν στους δρόμους να ευχηθεί και να λάβει στρίνες,έχοντας κρεμασμένη στον λαιμό την μπούρσα,ελπίζοντας σε κάποιο νόμισμα.Για να το πετύχουν ξελαρυγγιάζοταν λέγοντας ''Αυγά πουλιά ,στάρια ,γεννήματα και αρσενικά παιδιά''

       Αυτές τις μέρες πάντως τον πρώτο λόγο τον είχε η νοικοκυρά.Ήταν αυτή που θα ετοίμαζε τις τηγανίτες και ότι άλλο καλό άντεχε η τσέπη του νοικοκύρη.Αυτή θα ανακάτευε τις στάχτες στην ωγνίστρα ευχόμενη το ''αυγά πουλιά'' .Ακόμα μάζευε την στάχτη από τα Χριστούγεννα μέχρι των Φώτων για να την σκορπίσουν στο αμπέλι την πρώτη του Φλεβάρη που ήτανε η γιορτή του Αη Τρύφωνα γιατί πίστευαν ότι καταστρέφει τον σκάθαρο τη λάλα και το μάστακα.

         Η κορυφαία στιγμή όμως κατά την γνώμη μου ήταν όταν η νοικοκυρά την ημέρα της Πρωτοχρονιάς πριν ακόμα φέξει άναβε την ωγνίστρα με τριώ λογιώ ξύλα.Βάνανε ελιά ,περνάρι και κεπαρύσσι και όσο φουντώνανε και καιγώτανε διώχνανε τα κακά πνεύματα και ότι κακό τρογύρνανε την οικογένεια. Ανεβαίνανε οι σπίθες και ορμούσανε από τις χαραμάδες της στέγης να βγούνε όξω να ανταμώσουμε τα τελευταία άστρα.Και μπερδευότανε με τις σπίθες των γειτόνων και γινότανε πιο ισχυρή η ευχή.

           Όπως έλεγε η νόνα,που και αυτηνής τσι τόχε πει η νόνα της και αυτηνής κάποια άλλη νόνα το ξύλο της ελιάς απο ευλοημένο δεντρο θα έφερνε όλα τα καλά και στάρια και γεννήματα και σταφύλια.Έπειτα το κεπαρύσσι θα έφερνε σερνικά παιδιά να συνεχιστει η ράτσα και ο κόσμος όλος,Τέλος το περνάρι σκληρό και δυνατό ξύλο θα έφερνε την υγειά

              Χρειαζότανε οι άνθρωποι τότε αυτές τις ελπίδες γιατί η ζωή ήταν δύσκολη.Όταν τους βρίσκανε συμφορές και νοιώθανε οτι τους ξέχασε και ο θεος καταφεύγανε και σε τέτοιες διαδικασίες,που όμως είχανε μια ομορφιά.



Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2021

OIKOΓΕΝΕΙΑ ΜΕΣΗΜΕΡΗ(1)

 Το επώνυμο των Μεσημέρη,ανήκει σε κείνη την ομάδα των επωνύμων που έχουν σχέση με τον χρόνο.Κατά την έρευνα του ο Κόλλας εντόπισε το επώνυμο σε τρία χωριά που δεν απέχουν ιδιαίτερα το ένα από το άλλο.Συγκεκριμένα στις Βατωνιές το 1530,την ίδια εποχή στους Ραφαλάδες και στους Πάγους το 1550.Δεν γνωρίζουμε τίποτε περισσότερο για την τύχη αυτών των οικογενειών

    Σήμερα το επώνυμο των Μεσημέρη,απαντάται στους Καλαφατιώνες,στους Αγίους Δούλους και στο Βαλανειό.                    Στους Καλαφατιώνες σύμφωνα με την έρευνα Γραμμένου εμφανίζεται ο Γερόλιμος Μεσημέρης το 1628 και φέρει το παρωνύμιο (παρατσούκλι)Τζαρής.Είναι εργάτης σε ασβεστοκάμινο και αυτή του η ασχολία μας κάνει να συμπεράνουμε ότι ήταν πιθανόν μέτοικος στο χωριό για το μεροκάματο και προφανώς βρήκε πρόσφορο έδαφος και παρέμεινε                                                                                                                                                                                                                    Στους Αγίους Δούλους τους συναντάμε περίπου την ίδια εποχή και με τα μέχρι σήμερα τεκμήρια,δίνεται η αίσθηση ότι είναι λίγο παλαιότεροι,αφού ο Φερδερίγος Μεσημέρης γιός του Τζανή  είναι κοντόσταυλος του χωριού.Επίσης συναντάμε τον Τζουάνη (Γιάννη) του π' Γεωργίου πιθανόν πατέρας του Φερδερίγου.Μπορεί και αυτός να ήρθε στο χωριό λόγω της ιδιότητας του.Ίσως κάποια κατοπινή πιο ενδελεχής έρευνα μας αποκαλύψει την κοιτίδα τους.

     Όσον αφορά το Βαλανειό τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα αφού γνωρίζουμε ότι ο πρώτος Μεσημέρης ο  κυρ Δήμος ήρθε στο χωριό σαν σώγαμπρος από τους Αγίους Δούλους.Φτάνει στο Βαλανειό το 1749 για να παντρευτεί την Λουτσία την κόρη του Γιάννη Πασχαλίγου(Pasqualigo).Άν κρίνουμε από τον οικιστικό χώρο που καταλαμβάνουν σήμερα οι Μεσημέρηδες και λαμβάνοντας υπ'όψιν και τους γάμους των θυγατέρων τους με τους Βασιλάκηδες θα πρέπει να κατείχαν ένα σημαντικό κομμάτι που περιλάμβανε την μετέπειτα αγορά του χωριού (φόρος) και την περιοχή γύρω από αυτόν.

    Η επιλογή του Δήμου σαν γαμπρού,αλλά και της χρονικής στιγμής του γάμου,δεν πρέπει να έγινε τυχαία από τον Πασχαλίγο,αφού λίγο μετά τον γάμο τις 15 του Ιουλίου πεθαίνει αφού ήταν άρρωστος από χτικιό (φυματίωση).Ο γάμος γίνεται στις 20 του Γενάρη , το ζευγάρι ξεκινάει την ζωή του και αποκτάει τρεις γιους,τον Νικολέτο το 1752,μετά από ένα διάλειμμα εννέα ετών το 1763 τον Σπύρο και τέλος το 1765 τον Σταματέλο.Όσον αφορά την κοινωνική τους ζωή αυτό που κάνει εντύπωση είναι ότι τους συναντάμε συχνά σαν αναδόχους σε γάμους και βαφτίσια τόσο με συγχωριανούς όσο και με άτομα που κατοικούν στην Πόλη,που σημαίνει ότι ο Πασχαλίγος η ο ίδιος ο Μεσημέρης είχαν ευρύτερο κοινωνικό κύκλο.

   Το τελευταίο παιδί ο Σταματέλος στάθηκε άτυχος αφού πέθανε στα 17 του χρόνια,την ίδια μέρα που παντρεύτηκαν οι γονιοί του.Ο εφημέριος μας πληροφορεί ότι πέθανε από θέρμη (υψηλός πυρετός) και θάφτηκε στον Άγιο Αρσένη.Οι δύο άλλοι γιοί ευτύχησαν να είναι γενάρχες δύο σημαντικών κλάδων που θα παρουσιάσουμε στην επόμενη ανάρτηση





Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2021

ΤΙ ΕΤΡΩΓΑΝ ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ

Παρατηρώντας το πλήθος των εκπομπών μαγειρικής που κατακλύζουν την τηλεόραση,σκεπτόμουν κατά πόσον η διατροφή ενός λαού παίζει ρόλο στην γενικότερη πρόοδο του.Επειδή δεν είμαι και τόσο περήφανος για τα επιτεύγματα των Νεοελλήνων φαντάζομαι ότι οι αρχαίοι Ελληνες μπορεί να υστερούσαν στην γκάμα των φαγητών,αφού δεν είχαν μακαρόνια και κιμά και διάφορα άλλα,όμως σίγουρα υπερτερούσαν στην πρόσληψη σωστής τροφής ,διαφορετικά δεν μπορώ να εξηγήσω πως έφτιαχναν Παρθενώνες και νικούσαν τους Πέρσες.

   Έτσι αν επιχειρησουμε ένα ταξίδι στις γευστικές συνήθειες των προγόνων μας ο πρώτος σταθμός θα είναι σίγουρα το ψωμί και τα παράγωγα του.Η καλλιέργεια των δημητριακών θεωρούταν ιερή ασχολία.Δεν είναι διόλου τυχαίο που οι προγονοί μας έφτιαξαν ολόκληρη θεά προστάτιδα των δημητριακών.Μιλάμε βέβαια για την Δήμητρα που παρεπιπτόντως λεγότανε και Σιτώ.

   Όλες οι πεδινές εκτάσεις σπέρνονταν με δημητριακά που συχνά δεν έφτανε η παραγωγή να θρέψει τον πληθυσμό και κατέφευγαν σε εισαγωγές από την Σικελία,Αίγυπτο και τον Εύξεινο Πόντο.Τα πρωτεία είχε το σιτάρι σαν πιο δημοφιλές παρ όλο που η κρίθη (κριθάρι) ήταν παλαιότερη.Η κρίθη όμως χρησιμοποιουνταν στις αναίμακτες θυσίες.

  Η κατεργασία ξεκινούσε με το λίχνισμα δηλαδή την απομάκρυνση του άχυρου γι αυτό διαλέγανε τις ημέρες που φύσαγε.Ακολουθούσαν κατά περίσταση ξεπλύματα η καβουρδίσματα έτσι ώστε ο καρπός να είναι έτοιμος να αλεστεί.  Ένας πρώτος τρόπος κοπανίσματος των δημητριακών ήταν μέσα σε  σκαμμένα τεμάχια από κορμούς δέντρων(όλμοι) μέχρι να εφευρεθεί ο πέτρινος χειρόμυλος.

  Αρχικά αυτή ήταν ασχολία των θεραπαινίδων αλλά σιγά-σιγά εξελίχθηκε σε επάγγελμα το ''μυλωθρικόν'' όπως υπήρχαν και μεταπράτες που εμπορευόταν τα παράγωγα των δημητριακών οι λεγόμενοι ''αλφιταμοιβοί''.Από το πρώτο άλεσμα αφού απομάκρυναν τα άλευρο από το χοντρό υπόλειμμα έφτιαχναν τον χόνδρο αυτό που σήμερα ονομάζουμε πλιγούρι.Επίσης έφτιαχναν ένα είδος χυλού τον ''πόλτο'' με αλεύρι ,νερό και καρυκεύματα.Η ''πτισάνη''ήταν χυλός απο χονδροαλεσμένο κριθάρι που το έδιναν στους αρρώστους.Η ''μάζα'' ήταν αλεσμένο κριθάρι πλασμένο σε γαλέτα που το έδιναν σε αυτούς που έλειπαν συχνά από το σπίτι,δηλαδή στους αγρότες και τους στρατιώτες.

   Toυς άρτους τους έψηναν με πολλούς τρόπους και σε πολλά διαφορετικά σχήματα.Αλλους τους έψηναν απευθείας πάνω σε κάρβουνα ενώ μερικούς κατά το ψήσιμο τους αλοιφαν με λάδι η λίπος.Ακόμα τους έβαζαν κάτω από την θράκα η και ακόμα τους έψηναν σε σχάρες.Ακόμα τους τηγάνιζαν και τους περιέχυναν με μέλι.
Το πιο νόστιμο ψωμί γινόταν σε κλιβάνους κατά κανόνα πήλινους.Επειδή ζούσαν σε ταξική κοινωνία φυσικό ήταν να υπάρχουν άρτοι διάφορης αξίας.Υπήρχαν λοιπόν οι ρυπαροί άρτοι που περιείχαν κυρίως πίτυρα,αλλά και μία καλύτερη κατηγορία που περιείχε μισό πίτυρο και μισό άλευρο.Βέβαια η ανώτερη τάξη έτρωγε καθαρό σταρένιο ψωμί.

     Επειδή με το πέρασμα του χρόνου ο ουρανίσκος των προγόνων μας άρχισε να γίνεται πιο απαιτητικός,άρχισαν να κατασκευάζουν  διάφορα αρτοσκευάσματα με αλμυρή,πικάντικη η γλυκιά γεύση.Το είδος αυτών των εδεσμάτων ονομαζόταν ''πλακούντες'' και είχαν πολλά σχήματα και ονομασίες.Σημαντική παρουσία σε αυτά είχε το μέλι αλλά και το σουσάμι.Μάλιστα έναν πλακούντα με αυτά τα υλικά έδιναν στις νεόνυμφες για γονιμότητα.Απο κει και πέρα λειτουργούσε και η φαντασία των παρασκευαστών.Χαρακτηριστικό είναι ότι έφτιαχναν κάτι που έχει φθάσει μέχρι τις μέρες μας με μικρή παραλλαγή.Συγκεκριμένα δημιουργούσαν μία μάζα από αποξηραμένα σύκα που την πανάριζαν με αλεύρι και την έβαζαν στο ήλιο να στεγνώσει και την κράταγαν για τον χειμώνα.Και βέβαια το όνομα της ήτα ''συκομαγίδα''

        Σε επόμενη ανάρτηση θα μιλήσουμε για τα ψάρια.

Κυριακή 27 Ιουνίου 2021

ΤΟ ΛΟΥΤΡΟΥΒΙΟ

   Το κτήριο ήταν χαρακτηριστικό πέτρινο με αρκετά χρόνια στην πλάτη του.Ο χρόνος είχε αρχίσει να το σκάβει αδηφάγα σαν ν'άθελε να υπογραμμίσει ότι τίποτε δεν μένει αιώνιο.Κάποτε διέθετε δίριχτη στέγη που κάποια στιγμή αισθάνθηκε το πεισματάρικο βάρος των χρόνων της και αφέθηκε να καταρρεύσει.Ένας εσωτερικός πέτρινος τοίχος υψώνονταν στο σημείο του καβαλάρη με ενσωματωμένη σκατζιά  στα σωθικά του που προφανώς χώρισε σε απροσδιόριστο χρόνο  τον αρχικά ενιαίο χώρο.

                              Η οικογένεια χρησιμοποιούσε τον όρο ''λουτρουβιό'' για τον συγκεκριμένο χώρο.Εγώ τον γνώρισα ως σταύλο.Χωρισμένο με τάβλες πάλευε να εξυπηρετήσει τις χωροταξικές ανάγκες ενός γαϊδάρου που μου διαφεύγει το όνομα του καθώς τα ζωντανά μας ήταν ''βαπτισμένα''.Τον υπόλοιπο χώρο μοιραζόταν τρία πρόβατα και η γίδα μας η Λιλή.Ένα αυτοσχέδιο πατάρι από σκόρτσα χρησίμευε για αποθήκευση του σανού.Δίπλα στην πόρτα,ακουμπισμένα στον τοίχο,ανάκατα γεωργικά εργαλεία.
  Αργότερα,όταν τα ζώα μετακόμισαν σε καλλίτερο προάστιο,άρχισε μία διαδικασία ξηλώματος των κατασκευών αφού πια δεν είχαν κάτι να προσφέρουν.Ακολούθησε το πιο δύσκολο κομμάτι αυτό της μεταφοράς της κοπριάς,που αύξησε τις λιποθυμικές τάσεις με την έντονη μυρωδιά της,αλλά μας ξεχρέωσε με το παραπάνω όταν έφτασε η ώρα της συγκομιδής των ζαρζαβατικών.Κάπου στην άκρη του χωμάτινου δαπέδου ένας χώρος στρωμένος με λευκή ποταμίσια πέτρα απασχόλησε για λίγο την σκέψη μου προσπαθώντας να καταλάβω την χρησιμότητα του.Δίπλα προεξείχε η μακρόστενη καμπούρα ενός ξύλου που τότε πίστεψα ότι ήταν κατάλοιπο του παχνιού των ζώων.

     Είχε περάσει κοντά μία δεκαετία από τότε που αποφασίστηκε η ενσωμάτωση της Κέρκυρας αντάμα με τα υπόλοιπα νησιά στον κορμό της υπόλοιπης Ελλάδας.Οι χωρικοί προσπαθούσαν καθένας με τον τρόπο του να βρει την θέση του στο νέο τοπίο.Τα τέσσερα εναπομείναντα παιδιά του Δήμου Κωστελέτου προσπαθούσαν όπως όλοι.Ο Παναγιώτης(Γιάχος) ήταν ο μεγαλύτερος και ακολουθούσε ο Σπύρος (Τσικιντρής) ο Θωμάς (Μπόνης) και ο μικρότερος ο Φιλιππής (Νταβάς).                            

      Φαίνεται ότι τα αδέλφια έστησαν ένα λουτρουβιό που εξυπηρετούσε τις ανάγκες της οικογένειας αφού είχαν αρκετή κτηματική περιουσία.Δεν είναι τυχαίο ότι ο παππούς τους ο Αθανάσης αναφέρεται στα τεκμήρια ως μισέρ παρόλο που ο τίτλος είχε ξεφτίσει την εποχή που έζησε.Το λουτρουβιό πιθανόν ήταν μονολίθαρο που το γύριζε ένα άλογο.Δεν υπάρχουν θύμησες για συμμετοχή του Παναγιώτη στην οικογενειακή επιχείρηση.Σίγουρα οι υπόλοιποι συμμετείχαν αφού κυκλοφορούσε μία φήμη διένεξης μεταξύ τους που κατάληξε στο σπάσιμο του ποδιού του αλόγου που ήταν βασικό εργαλείο της δουλειάς.Η αποχώρηση από την συντροφιά του Θωμά ίσως εξηγεί κάποια πράγματα.

  Ο Σπύρος ο Τσικιντρής συχνά -πυκνά πέρναγε από την Κάτω Ρούγα,την γειτονιά που κυριαρχούσαν οι Κρασάκηδες,αν και τα τελευταία χρόνια είχαν εισχωρήσει οι Κεφαλωνίτηδες και οι Στραβοράβδηδες σαν σώγαμπροι.Πήγαινε στα χτήματα της οικογένειας πότε στα Ρόγγια και στις Ράχες,πότε στο Ρικίνι. Αυτή η διαδρομή του έφερνε θύμησες τότε που τον πιάσανε οι χωροφυλάκοι μετά από προδοσιά και τον πηγαίνανε στους Καρσάδες για τα περαιτέρω. Ήταν η εποχή που απαγορευότανε το φύτεμα του ταμπάκου,αλλά ήταν κοινό μυστικό ότι όλοι σχεδόν οι χωρικοί φύτευαν κυρίως για προσωπική χρήση αλλά καμιά φορά για υποτυπώδες μικροεμπόριο.Κάπου εκεί κοντά στην Παντάνασσα τους ξέφυγε γιατί είχε ψηλό και δυνατό κορμί.Τώρα όλα αυτά ήταν περασμένα ξεχασμένα,άλλο πράγμα τραβούσε την προσοχή του

   Εδώ και καιρό δεν μπορούσε να πάρει τα μάτια του απο μία λυγερόκορμη καρυδιά εκεί κάτω στο Σώχωρο.Την κοίταζε και την ξανακοίταζε.Ητανε μεσα στον κήπο του Γιάννη του Στραβοράβδη και σκεφτότανε αν θα του την έδινε.Ήτανε ότι πρέπει για να φτιάξει βίδες για το πιεστήριο και το τόρκολο.Την άλλη μέρα του μήνυσε πως τόνε θέλει και η συνάντηση κλείστηκε για το βράδυ.Ο Σπύρος είχε μεγάλη αγωνία που ίδια της θυμότανε τότε που πήγε να χαλέψει για γυναίκα του την Κατερίνα.Τελικά η συμφωνία έκλεισε πιο εύκολα απ'ότι περίμενε και σ'αυτό ίσως έπαιξαν ρόλο οι δύο κούπες μπρούσκο που κατεβάσανε.Στο τέλος ο Γιάννης τούπε ότι καλλίτερα που έγινε έτσι γιατί έτσι κι αλλιώς έκανε κάκοψα καρύδια.

   Το συμβόλαιο θα το έφτιαχνε ο νοδάρος του χωριού ο Αναστάσης Βασιλάκης που είχε το κάγκελο του στην πλατεία του χωριού στο φόρο.Ευτυχώς δηλαδή γιατί κάποιες μέρες χρησιμοποιούσε το δεύτερο πάτωμα του αρχοντικού του Λάσκαρη στους Αηδούλους.Ο Κωστελέτος έπρεπε μέσα στα επόμενα δύο χρόνια να την έχει κόψει,αλλά στο μεσοδιάστημα ο Στραβοράβδης έπρεπε να την προσέχει σαν τα μάτια του διαφορετικά θα πλήρωνε ρήτρα 12 τάληρα.Αν τυχόν ξεραινόταν από φυσικά αίτια δεν θα πληρωνόταν.Οταν θα την έκοβαν τα λιανόξυλα θα τα έπαιρνε ο Γιάννης και τον κορμό ο Σπύρος.

  Το λουτρουβιό έχανε κάπου κάπου και από μία πέτρα σαν τα παιδιά που αφήνουν το πατρικό όταν η ανάγκη τα σπρώχνει.Θυμήθηκα την καμπούρα του ξύλου και βάλθηκα να το ανασκάψω.Ολόκληρος κορμός βρισκόταν εκεί και περίμενε υπομονετικά 130 χρόνια κάποιον να τον ανακαλύψει.Φαντάζομαι ότι πρέπει να ήταν ο κεντρικός άξονας που συγκρατούσε τα λιθάρια και από την τρύπα στην μέση περνούσε το ξύλο που έζευαν το άλογο.Το ξύλο μάλλον έμοιαζε για κυπαρίσσι χωρίς να είμαι σίγουρος,οπότε η συνάντηση με την καρυδιά μάλλον δεν θα γίνει ποτέ!!

Κυριακή 9 Μαΐου 2021

O ΑΓΓΕΛΟΣ ΚΑΙ Η .....ΑΓΓΕΛΙΚΗ

    To ξύλινο πορτόνι έχασκε ορθάνοικτο.Μάλιστα η μία του πλευρά είχε αποχωριστεί τελείως απο την μπερτουέλα που το στήριζε κάποτε και κρεμότανε σαν να περίμενε την μοιραία μέρα που θα ξάπλωνε στο γρασίδι.Κανείς δεν φαινόταν να ενδιαφέρεται να προλάβει το αναπόφευκτο.Οι κάτοικοι του  δεν διαμαρτύρονταν ποτέ ,παρά μόνο οι επισκέπτες μουρμούριζαν κάτι μισόλογα βλέποντας την απαξίωση του χώρου.Μετά τους απορροφούσαν οι δικές τους έγνοιες και ο χρόνος κυλούσε χωρίς τίποτε ν'αλλάζει.

    Η Αγγελική δρασκέλισε το πάτημα,έριξε μιά ματιά γύρω της σαν νάθελε να σιγουρευτεί ότι ήταν μοναχή της και πήγε και στάθηκε πάνω από δύο τάφους.Στεκόταν εκεί χωρίς να σαλεύει,αμίλητη σα να ταξίδευε σε χρόνους και τόπους μακρινούς και ανταριασμένους.Πράγματι το μυαλό της κύλησε πίσω,πολύ πίσω τότε που το κεφαλι της στολίζανε καστανόξανθες μπούκλες.Ήτανε όμορφη κι από καλό σπίτι.Ο πατέρας της είχε τόσα ριζάρια ελιές και κήπους και χωράφια και λουτρουβιό δικό τους που όλοι τονε φωνάζανε μισέρ Νικολέτο!Τα περισσότερα τάχε βρεί από τον πατέρα του μα και τούτος άξιος ήτανε.Ο παππούς είχε αποκτήσει ένα σκαρί τάχαμου για να ψαρεύει αλλά η αλήθεια ήτανε ότι έκανε λαθρεμπόριο λαδιού.Πίστευε ότι η φορολογία στην εξαγωγή λαδιού που επιβάλλανε οι Βενετοί ήτανε σκέτη κλεψιά γι αυτό μαζί με κάτι άλλους είχανε βρεί ένα απόμερο λιμανάκι κάπου εκεί κοντά τσου Καρσάδες και κάνανε την δουλειά τους.Αυτό που έμεινε σαν θύμηση απο τον παππού ήτανε τα βιβλία που της έφερνε απο τα ταξίδια του.Αργότερα αυτά τα βιβλία λειτούργησαν σαν λίπασμα στο άγονο μέχρι τότε μυαλό της.

   Ο αδερφός της ο Κωνσταντής,δυό χρόνια μεγαλύτερος ήτανε το καμάρι του μισέρ Νικολέτου.Λογάριαζε να τον παντρέψει με την θυγατέρα του σιόρ Γιάκομου,ν'αυγατήσουνε τα χτήματα και τα τάλαρα να γίνουνε μεγάλοι και τρανοί.Όμως όποιος λογαριάζει χωρίς να υπολογίζει το ριζικό βρίσκεται χωρίς να το περιμένει στο κατώι της ζωής.Έτσι τα επόμενα χρόνια χτύπησε την πόρτα του χωριού εκείνη η καταραμένη ευλογιά και έκοψε τα καλλίτερα λουλούδια.Μέσα σ'αυτά και τον Κωνσταντή!

    Μετά απ'αυτό ο πατέρας έγινε άλλος άνθρωπος.Η μάνα είχε φύγει αρκετά χρόνια πριν και δεν υπήρχε κάποιος να κρατάει το ίσο στην οικογένεια. Ερημιά κι ακλεριά πλάκωσε την ζωή της Αγγελικής.Δεν έλεγε να φέξει γι αυτήνε ώσπου γνώρισε τον Πίπη της.Επεσε να τη νε φάει ο γερο Νικολέτος γιατί ο Πίπης είχε μονάχα τα χέρια του και κάτι κηπούλια από τον συχωρεμένο τον πατέρα του.Όμως εκείνη είχε βρει την αχτίδα που της έλειπε στα μάτια του Πίπη και έτσι μιά μέρα έβαλε σ'ένα μπόγο λίγα ρουχαλάκια και τις κεντητές ντεμέλες για να θυμάται την μάνα της και έφυγε.

        Ξαφνικά σαν κάτι να την ταρακούνησε,βγήκε από λήθαργο του μυαλού της.Κοίταξε αλαφιασμένη γύρω της και ένοιωσε σαν να την πλάκωνε ο ίσκιος των πελώριων κυπαρισσιών.Κίνησε να φύγει,είχε αργήσει και είχε υποσχεθεί στον Πίπη της πως θα του μάζευε αγριολάχανα για τσιγάρι που τόσο του άρεσε.Από τότε που χάσανε τα δύο αγόρια τους η Αγγελική κόλλησε πάνω στον Πίπη,μόνο σ'αυτόν έβρισκε γαλήνη.Ασυναίσθητα το χέρι της ψαχούλεψε την ασκωμένη μπροστούρα της να σιγουρευτεί ότι είχε μαζί την μικρή κοπίδα για τα χόρτα.                                                                                                                                             Ξεκίνησε για το πορτόνι βιαστικά με κίνδυνο να σπεθιστεί μέσα στα ψηλά χόρτα που φυτρώνανε εδώ και κει τούφες -τούφες ενώ την ματιά της τράβαγαν τα άσπρα,κίτρινα και μωβ λουλούδια που ξεπρόβαλαν από παντού.Τότε η άκρη του ματιού της έπιασε μίαν ανθρώπινη φιγούρα στην βορεινή πλευρά του νεκροταφείου.Ηταν ασπροφορεμένη χωρίς να ξεχωρίζει αν ήταν άνδρας η γυναίκα,ενώ μία απαλή ομίχλη την περιέβαλλε.Η περιέργειά της έβαλε απότομο φρένο στην βιαστική πορεία της.Τον πλησίασε,τον μέτρησε με το βλέμμα και τον ρώτησε με την χαρακτηριστική χροιά της φωνής της

                                                                                                                               -  Ποιός είσαι μάτια?Δεν σ'έχω ματαδεί κατά δω! 

                                        -Περαστικός είμαι κυρά μου!  

                                                                                                                    -Τι περαστικός δηλαδή,οι περαστικοί από κάπου έρχονται και κάπου πηγαίνουν και κάποιο σκοπό θα έχουν μες στο τσερβέλο που κουβαλούνε.Πώς σε λένε αλήθεια?                                         

     -Δεν βλέπω να ξεμπερδεύω από σένα κυρά μου,της είπε κάπως ταραγμένος,γι αυτό θα σου συστηθώ.Άγγελος Μιράρ!                                                                                                                                -Γάλλος είσαι μωρέ απ'αυτούνους που φυτέψανε το δέντρο τση λευτερίας? 

                                                                                                                      -Όχι όχι δεν κατάλαβες καλά.Άγγελος ουράνιος,ανήκω στην τρίτη λεγεώνα με τον βαθμό του υπασπιστή στα Χερουβείμ.   

       -Πάει σούστριψε! Και δε μου λες,πούναι τα φτερά σου και μη μου αρχινήσεις τσι παγαποντιές γιατί εγώ το ξέρω στα σίγουρα ότι οι άγγελοι έχουν φτερά.                                                                  -Ποτέ δεν είχαμε φτερά.Οι άνθρωποι τα φαντάστηκαν.Δεν μπορούσαν να κατανοήσουν πως κατεβαίνουμε από τον ουρανό και σκέφτηκαν κάτι σαν τα πουλιά.                                                                                                  -Και για νάχουμε καλό ρώτημα τι σ'έφερε στη γης.Γιατί αν ήρθες να φέρεις καλό μήνυμα σε καμία στέρφα να σε στείλω στην κυράτσα την Πετρού που έχει μαραζώσει η έρμη χωρίς παιδιά.                                    -Δεν γίνονται έτσι αυτά τα πράγματα,μόνο με εντολή του Κυρίου ,της απάντησε με σοβαρό ύφος

  -Ξέρω από τότε που κάμετε τσι κουτσουκέλες ,τον παλιό καιρό σας έχει από κοντά,απάντησε με θριαμβευτικό τόνο η Αγγελική.Και πριν προλάβει να συνέλθει ο άγγελος Μιράρ συνέχισε.Μας το λέει η Γραφή στο 6ο κεφάλαιο της Γέννεσης...<<Και ότε ήρχισαν οι άνθρωποι να πληθύνονται επί του προσώπου της γης,και θυγατέρες εγεννήθησαν εις αυτούς, ιδόντες οι υιοί του Θεού τας θυγατέρας των ανθρώπων,ότι ήσαν ωραίαι,έλαβον εις εαυτούς γυναίκας εκ πασών όσας΄έκλεξαν>>     Οταν ο Μιράρ μπόρεσε να βρεί την φωνή του ψέλλισε....αυτά είναι πολύ παλιά γι αυτό εξ άλλου για συμμόρφωση από τότε έχουμε ουδέτερο φύλο.Το πρόβλημα είναι ότι όταν κατεβαίνουμε στην γη αποκτάμε τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων όχι μόνο στη όψη αλλά και στις ανάγκες.Γι αυτό έχω μία πείνα που δεν σε βλέπω.                                                                                                                                                  Η Αγγελική τον κοίταξε με συμπόνοια.Κοίταξε να δεις,τώρα που θα πάω σπίτι να κάμω τσιγάρι του Πίπη μου,θα σου βολέψω ένα πιάτο μ'ένα κομμάτι καλαμποκίσιο ψωμί,για κούπα δεν σου υπόσχομαι και θατ'αφήκω στην πέτρα πούναι πίσω από το ιερό.

   Την άλλη μέρα η Αγγελικη πήγε και μάζεψε το άδειο πιάτο της.Κοίταξε ψηλά στον ουρανό και σκέφτηκε ότι ο Μιράρ θά χε μαζέψει τους φίλους του αγγέλους και θα είχε πολλά να τους πεί!

    Ένας γείτονας είπε στον Πίπη ότι είδε την Αγγελική στο νεκροταφείο και του φάνηκε ότι μιλούσε μοναχή της.